Τον αντίκτυπο της ενεργειακής κρίσης και των πληθωριστικών πιέσεων σε καταναλωτές και επιχειρήσεις παρουσίασαν στην προγραμματική εκδήλωση του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής με τίτλο «Για ένα αξιοπρεπές επίπεδο ζωής -Η δίκη μας απάντηση στην κρίση», ο Πρόεδρος Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών(ΕΕΑ), Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, ο Καθηγητής ΕΚΠΑ και επιστημονικός διευθυντής ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, Γιώργος Αργείτης, η Πρόεδρος της ΕΚΠΟΙΖΩ και ΠΟΜΕΚ, Παναγιώτα Καλαποθαράκου, καθώς και ο επίκουρος Καθηγητής του ΕΜΠ, Βαγγέλης Μαρινάκης.
Αρχικά, ο Γιάννης Χατζηθεοδοσίου τόνισε ότι «το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας είναι η ακρίβεια», καθώς, όπως είπε, «επηρεάζονται οικονομικά οι πολίτες και αλλάζουν οι καταναλωτικές τους συνήθειες, κάτι που περνά και στο κομμάτι της επιχειρηματικότητας και κυρίως της μικρομεσαίας». Ο πρόεδρος του ΕΕΑ υπογράμμισε ότι η ακρίβεια έχει επιφέρει την υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου, ενώ εξήγησε ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις τους τελευταίες μήνες έχουν επιδοθεί σε έναν αγώνα επιβίωσης λόγω του λειτουργικού κόστους σε συνδυασμό με την πτώση της κατανάλωσης. Ανάφερε δε ότι «παρουσιάζεται μια εικόνα ότι η ανεργία έχει μειωθεί στο 12%», υπογραμμίζοντας ότι «έχουμε 500.000 εργαζομένους που δουλεύουν τετράωρο», χαρακτηρίζοντας «πλασματική» την εικόνα της μείωσης ανεργίας. «Αναμένονται κι άλλα λουκέτα στην αγορά το επόμενο διάστημα» τόνισε, ενώ χαρακτήρισε ως μια «αυταπάτη» το «καλάθι του νοικοκυριού», εξηγώντας ότι τα 50 είδη προϊόντων «δεν καλύπτουν όλες τις ανάγκες του νοικοκυριού». Μάλιστα, ο κ. Χατηθεοδοσίου σημείωσε πως «όταν ένας υπουργός διαφημίζει μια αλυσίδα σούπερ μάρκετ, αυτό είναι εις βάρος 50.000 μικροεπιχειρήσεων», αναδεικνύοντας το ζήτημα των ολιγοπωλίων.
Με τη σειρά του, ο Γιώργος Αργείτης υπογράμμισε ότι «το κύμα της ακρίβειας δεν είναι ένα μεμονωμένο σοκ. Αν ήταν έτσι, πιθανά οι επιπτώσεις του να ήταν πιο περιορισμένες», σημειώνοντας ότι «ακολουθεί τη πανδημική κρίση και την κρίση χρέους και την περίοδο της λιτότητας στη χώρα μας». Ακόμη, σημείωσε ότι αυτή η εικόνα μας δείχνει «μια σωρευτική δραματική μείωση του βιοτικού επιπέδου», ότι η κοινωνία βιώνει «μια συνεχή κρίση αξιοπρεπούς διαβίωσης». «Εδώ και μια δεκαετία όσοι αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, βρίσκονται σε μια κρίση βιοτικού επιπέδου» πρόσθεσε. Ο καθηγητής του ΕΚΠΑ τόνισε ότι «ένα κύριο χαρακτηριστικό της ακρίβειας είναι ότι δεν έχει συμμετρικές επιπτώσεις στα εισοδήματα και στην κοινωνία. Η επίδρασή της είναι δυσανάλογη, επηρεάζοντας πρωτίστως τα πιο χαμηλά εισοδήματα και τους πιο ευάλωτους. Δηλαδή η ακρίβεια ταυτόχρονα φτωχοποιεί ένα μέρος της κοινωνίας και αυξάνει την οικονομική ανισότητα». Μάλιστα, εξήγησε ότι η δημόσια συζήτηση για τον μισθό, δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο στον κατώτατο μισθό.
«Η ενεργειακή κρίση ανέδειξε παθογένειες και στρεβλώσεις της ελληνικής αγοράς και κοινωνίας. Αντιμετωπίζουμε πολύ μεγαλύτερες αυξήσεις συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρώπη», τόνισε η κ.Καλαποθαράκου απο την πλευρά της. Η Πρόεδρος ΕΚΠΟΙΖΩ και ΠΟΜΕΚ έκανε λόγο για διαχρονικά εγγενείς αδυναμίες και στρεβλώσεις των διάφορων αγορών οι οποίες συντηρούν φαινόμενα αισχροκέρδειας, αλλά και παντελή απουσία ελεγκτικών μηχανισμών. “Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι“, όπως υπογράμμισε, “ολοένα και περισσότερα νοικοκυριά να οδηγούνται στη φτωχοποίηση“, ενώ αναφέρθηκε στα τρία βασικά προβλήματα που εντοπίζουμε και είναι οι υψηλοί λογαριασμοί ηλεκτρικής ενέργειας, το καλάθι του νοικοκυριού και οι πλειστηριασμοί κατοικίας.
Κλείνοντας τις τοποθετήσεις ο κ. Μαρινάκης, τόνισε χαρακτηριστικά ότι «το μεγάλο λάθος είναι ότι βασίσαμε την ενεργειακή μας πολιτική στο φυσικό αέριο», που το χαρακτήρισε ως «πηγή του κακού» Ο Επίκουρος Καθηγητής του ΕΜΠ επισήμανε ότι, μεγάλο πρόβλημα είναι τα υπερκέρδη, καθώς 7 εταιρείες παγκοσμίως παρουσιάζουν κέρδη 150 δις μέσα στη χρονιά, με κάποιες από αυτές να δραστηριοποιούνται και στη χώρα μας. Στο ρεύμα και την ηλεκτροπαραγωγή είπε ότι υπάρχει ακόμα πιο θολό τοπίο με το 80% της ενέργειας που καταναλώνουμε να είναι εισαγόμενο και αναρωτήθηκε «αν το όραμα για τη χώρα είναι να είμαστε μια ζωή κλειδωμένοι στη διαδρομή του άνθρακα αντί να δώσουμε έμφαση και να χρηματοδοτούμε ΑΠΕ». Κλείνοντας την παρέμβαση του πρότεινε δυο διαδρομές, «είτε η ενεργειακή κρίση θα μας βυθίσει ακόμα περισσότερο και θα κλειδωθούμε στον άνθρακα, είτε θα μας βοηθήσει να διδαχτούμε μέσα από αυτή και να επιταχύνουμε τις δράσεις μας για μία πράσινη μετάβαση που θα έχει επίκεντρο τον πολίτη, τον άνθρωπο», είπε χαρακτηριστικά.