Σε Κοινοβουλευτική Δραστηριότητα

Ομιλία Δ. Μάντζου, Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Πολιτισμού

Κύριε Πρόεδρε,

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Θα μου επιτρέψετε να αρχίσω την τοποθέτησή μου από τη διεθνή πραγματικότητα που ήδη εδώ και λίγες ημέρες έχει εισέλθει σε ακόμη μία πολύ κρίσιμη φάση.

Το εύκολο είναι να επαναληφθούν οι ευχές για παγκόσμια και περιφερειακή ειρήνη και αυτοσυγκράτηση όλων των εμπλεκομένων.

Το δύσκολο είναι πολλές φορές να πει κανείς την αλήθεια.

Για την ανθρωπιστική τραγωδία, την εκατόμβη νεκρών αμάχων, τους ομήρους που παραμένουν στα χέρια της Χαμάς. Τον κίνδυνο της επέκτασης της σύρραξης.

Χωρίς δίκαιη λύση του Παλαιστινιακού Ζητήματος, ούτε ο λαός της Παλαιστίνης θα δει ποτέ τα ιστορικά του αιτήματα να ευοδώνονται, ώστε να αποτινάξει τα δεσμά του ισλαμικού φονταμενταλισμού της Χαμάς, ούτε το Ισραήλ πρόκειται ποτέ να νιώσει ασφαλές στην περιοχή.

Η Ελλάδα οφείλει, στο επίπεδο του Πρωθυπουργού πλέον, να αναλάβει κάθε αναγκαία ενέργεια για να υποστηρίξει τις διαπραγματεύσεις. Για την ειρήνη και τη λύση στη βάση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για τα δύο κράτη, στα σύνορα προ του 1967 και με πρωτεύουσα του παλαιστινιακού κράτους την Ανατολική Ιερουσαλήμ.

Όχι μονομερώς προς το Ισραήλ, αλλά αξιακά, προς όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές, με ενίσχυση της αξιοπιστίας της Παλαιστινιακής Αρχής.

Για να αποφευχθεί μια κρίση που έχει δυνητικά ανυπολόγιστες συνέπειες σε ανθρώπινες ζωές, προσφυγικές ροές, στις τιμές της ενέργειας, στον επισιτισμό, ακόμη και στο φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον της Μέσης Ανατολής -για να αποπειραθώ και μια σύνδεση με το συζητούμενο σχέδιο νόμου.

Έχουμε πει πολλές φορές σε αυτήν την αίθουσα ότι η καλή νομοθέτηση δεν είναι απλή ευχή, αλλά κανόνας, που πρέπει να εφαρμόζεται.

Η δημόσια διαβούλευση επί συγκεκριμένων διατάξεων, η ακρόαση των φορέων, η συζήτηση, είναι στοιχεία δημοκρατικής λειτουργίας.

Δεν μπορεί να εισάγεται σχέδιο νόμου που να αφορά στους αρχαιολογικούς χώρους και να μην προσκαλούνται στην επιτροπή οι αντίστοιχοι φορείς. Δεν αφορά στους αρχαιολόγους η μοίρα της ανασκαφικής διαδικασίας; Αυτό μας λέτε;

Ένα ερανιστικό σχέδιο νόμου είναι, δυστυχώς, άλλο ένα παράδειγμα κακής νομοθέτησης.

Η ειδική αγορήτριά μας σας ανέλυσε ήδη τις θέσεις μας υπέρ της ανάγκης διαφύλαξης της άυλης κληρονομιάς.

Η θέση της μουσικής και του τραγουδιού στην άυλη κληρονομιά κάθε πολιτισμού είναι διακριτή και πολύ σημαντική. Και με αυτήν την έννοια, φαίνεται, πράγματι, αναγκαία η λήψη νομοθετικών μέτρων για την προστασία της.

Έχουμε επίσης γνώση ότι και άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν προχωρήσει σε ανάλογες πρωτοβουλίες -Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία κ.α. Με μία βασική, όμως, διαφορά. Ενώ στις άλλες χώρες η υποχρεωτικότητα μετάδοσης αφορά στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο, εδώ γίνεται το αντίθετο: η υποχρεωτικότητα αφορά στη δημόσια εκτέλεση ενώ θεσπίζονται μόνο κίνητρα και όχι υποχρεώσεις για τους ραδιοφωνικούς σταθμούς. Πρόκειται για μια πρωτοτυπία – έμπνευση του υπουργείου, με άδηλα αποτελέσματα.

Δεν θα σταθούμε στα ειρωνικά σχόλια στα social media. Διατάξεις που κατάφεραν να γίνουν viral για τους λάθος λόγους. Διατάξεις που προέκυψαν έτσι ξαφνικά και που άλλαξαν μετά από αντιδράσεις που δημιουργήθηκαν.

Αλλά στην ουσία. Ότι πριν αναρτηθεί το σχέδιο νόμου στη διαβούλευση, το Υπουργείο με προχειρότητα αλλά και αλαζονεία, κατέστρωσε εσφαλμένες και μη εφαρμόσιμες διατάξεις, που προσέφεραν κακές υπηρεσίες στην τέχνη. Προχειρότητα διότι δεν έκανε καν μια συγκριτική μελέτη τι κάνουν οι άλλες χώρες για να προστατεύσουν τη μουσική δημιουργία. Και αλαζονεία διότι δεν απευθύνθηκε εγκαίρως στους καλλιτέχνες και όσους γνωρίζουν τα σχετικά ζητήματα.

Εδώ φαίνεται όμως ότι ούτε με το Υπουργείο Τουρισμού συνεννοηθήκατε. Αλήθεια, στο Υπουργικό Συμβούλιο συζητάτε τα σχέδια νόμου;

Και μάλιστα θεσμοθετώντας δύο βαριά όργανα -συμβούλιο και επιτροπή-, αλήθεια γιατί δύο και όχι ένα; Δεν υπάρχει κίνδυνος επικάλυψης αρμοδιοτήτων;

Εν τέλει, καταλήγουμε σε μια μάλλον ήσσονος σημασίας ρύθμιση που δεν ακολουθεί τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές. Που φέρνει τους δημιουργούς απέναντι στους χρήστες -ξενοδοχεία κυρίως- χωρίς λόγο.

Αναγνωρίζεται ως υποχρεωτική η ποσόστωση ελληνόφωνης μουσικής σε σημεία όπου δεν εκτελείται καν μουσική -αεροδρόμια (πλην των Αθηνών), αποβάθρες πλοίων, χώροι στάθμευσης εμπορικών κέντρων! Ενώ δεν θα αποφέρει έσοδα στους δικαιούχους ΟΣΔ, αφού οι χώροι αυτοί εξαιρούνται από την είσπραξη δικαιωμάτων.

Θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματική μια ρύθμιση που θα ενίσχυε οικονομικά τις μουσικές εκδηλώσεις σε ξενοδοχεία ή που θα άνοιγε το ρεπερτόριο των ραδιοφωνικών παραγωγών, με πραγματικά ελκυστικά κίνητρα -φορολογικά και ασφαλιστικά.

Ή που θα στήριζε τις κινηματογραφικές παραγωγές που επιλέγουν ελληνική μουσική -χωρίς να κάνει προληπτική αξιολόγηση που προσκρούει στη συνταγματική ελευθερία της τέχνης. Δεν μπορείς να περιορίζεις τη μία τέχνη -τον κινηματογράφο- για να στηρίξεις μια άλλη, σε ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος.

Αλλά η μουσική δεν είναι τίποτα χωρίς τους ανθρώπους της, τους μουσικούς. Και καμία υποχρεωτικότητα δεν μπορεί να καλύψει την απουσία στήριξης των δημιουργών.

Στη χώρα μας, δεν έχουμε συνεκτικό πλαίσιο προστασίας των μουσικών. Ούτε επιδοτήσεις υπάρχουν, ούτε καν συλλογικές συμβάσεις για τα εργασιακά τους δικαιώματα.

Πώς θα έχουμε ποιοτική ελληνόφωνη μουσική, και μάλιστα από νέους δημιουργούς, χωρίς καμία οικονομική στήριξη; Αν δεν μπορεί συνθέτης και στιχουργός να βιοποριστεί.

Εδώ, ακόμη και οι καθηγητές φωνητικής που διδάσκουν σύγχρονο ελληνικό και παραδοσιακό τραγούδι είναι κάτοχοι ενός πτυχίου μη αναγνωρισμένου από το Υπουργείο και, επομένως, αδιαβάθμητο. Κατά συνέπεια, δεν μπορούν να διοριστούν στα μουσικά σχολεία της χώρας. Στα δε δημοτικά ωδεία, οι καθηγητές αυτοί διορίζονται ως ωρομίσθιοι με μισθό ανάλογο των αποφοίτων λυκείου.

Πώς μπορούμε να στηρίξουμε τη δημιουργία, όταν ακόμη υπάρχει ακόμη βαθιά δυσπιστία των χρηστών στην καταβολή δικαιωμάτων; Είναι πολλές οι παθογένειες που ανάγονται στην εποχή της ΑΕΠΙ, όμως πρέπει να υπάρξει μια νέα καμπάνια ενημέρωσης για τα πνευματικά και συγγενικά δικαιώματα και να γίνεται ορθή κατανομή των δικαιωμάτων από του Οργανισμούς Συλλογικής Διαχείρισης. Ώστε να περιοριστεί και η εκμετάλλευση από επιτήδειους που υπόσχονται «μουσική χωρίς δικαιώματα» ή «προϊόν τεχνητής νοημοσύνης».

Παρατηρούμε για πολλοστή φορά τροποποιήσεις στο οργανόγραμμα του ΟΔΑΠ. Αλλά αυτή τη φορά προκειμένου Ουσιαστικά να ανατεθεί ακόμη μεγαλύτερο μέρος του έργου του Οργανισμού σε ιδιώτες μέσω συμβάσεων ή απευθείας αναθέσεων ακόμη μεγαλύτερου ύψους. Μετά τα κυλικεία, περνούν σε ιδιώτες και τα πωλητήρια, με εντελώς επισφαλές οικονομικό αντάλλαγμα για το δημόσιο.

Ενώ ακόμη και οι προσλήψεις των υπαλλήλων του αναδόχου θα γίνονται με αδιαφανή διαδικασία, όπως σας καταδείξαμε.

Προσωπικό στον ΟΔΑΠ θα προσληφθεί, όπως προβλέπει το οργανόγραμμα του Οργανισμού; Ή οι κενές θέσεις είναι το τέλειο πρόσχημα για ακόμη περισσότερο outsourcing;

Και έρχομαι στους αρχαιολογικούς χώρους. Δεν είναι δυνατόν να είναι ακόμη αντικείμενο συζήτησης η υποστελέχωση των υπηρεσιών.

Δεν είναι δυνατόν και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό που η Ελλάδα, ένας παγκόσμιος αρχαιολογικός προορισμός.

Και σήμερα να καταστρατηγούνται και αυτά τα κριτήρια του ΑΣΕΠ για τον βέλτιστο συνδυασμό κριτηρίων μοριοδότησης, καθώς πριμοδοτείται η εμπειρία εις βάρος των τίτλων σπουδών ή της γλωσσομάθειας.

Αντί η Πολιτεία να προσλάβει τους αρχαιοφύλακες που απαιτούνται για την ομαλή λειτουργία των μουσείων, θέτει τους παλαιούς εργαζόμενους εναντίον των νεώτερων που βασίστηκαν στον ν. 4765/2021 για να αποκτήσουν προσόντα. Είναι μια στρεβλή και επικίνδυνη πρακτική.

Όπως επικίνδυνη και απαράδεκτη είναι η διάταξη του άρθρου 27, με το οποίο αναιρείται ο δημόσιος χαρακτήρας των σωστικών ανασκαφών. Θέλουμε να είμαστε σαφείς και κατηγορηματικοί. Όλες οι αρχαιολογικές εργασίες ανήκουν στην αρμοδιότητα του Υπουργείου και των εφορειών αρχαιοτήτων, σύμφωνα με το άρθρο 24 Σ. και τον Αρχαιολογικό Νόμο.

Αλλά σήμερα αυτό καταργείται.

Ακολουθείται η κλασική συνταγή εις βάρος και των δημοσίων υπηρεσιών: υποστελέχωση, αποδυνάμωση, απαξίωση, κοινωνική απονομιμοποίηση και, τέλος, υποκατάσταση.

Αλήθεια, ποια ΝΠΔΔ μπορούν να αναλάβουν ανασκαφές; Αφού δεν υπάρχει κανένα με τέτοιον σκοπό. Γιατί δεν γίνεται ρητή αναφορά σε συγκεκριμένα ΝΠ;

Και μη μας πείτε για τα πέντε μουσεία -ΝΠΔΔ, που θα λειτουργούσαν με πρότυπο τρόπο. Ακόμη δεν έχουν καταφέρει να προσλάβουν προσωπικό ΙΔΟΧ για να λειτουργήσουν με θερινό ωράριο από την αρχή του Απριλίου. Κλείνουν νωρίς μέσα στην τουριστική περίοδο, λόγω έλλειψης προσωπικού. Κάθε άλλο παρά «ευέλικτα» αποδείχθηκαν.

Ή πώς μπορεί να δικαιολογηθεί η επιλογή του Υπουργείου και του ΟΔΑΠ να προχωρήσει σε εκχώρηση σε ιδιωτική εταιρεία 2 εκ. € τις υπηρεσίες πρώτων βοηθειών σε έξι αρχαιολογικούς χώρους. Υπηρεσίες που μέχρι πρότινος παρέχοντας δωρεάν από τον Ερυθρό Σταυρό και οπλίτη ιατρό. Ρώτησε η Νάγια Γρηγοράκου πριν 12 ημέρες ποιο το σκεπτικό στην ανάθεση αυτή και πώς δικαιολογείται το κόστος; Ειδικά όταν εσείς κ. Υπουργέ πριν ένα χρόνο επαινούσατε τη συνεργασία με τον ΕΕΣ;

Άρα, καλά θα κάνει η Κυβέρνηση, αντί να κλείνει το μάτι στους ιδιώτες, να στηρίξει το Υπουργείο Πολιτισμού στον πυρήνα του, κάνοντας επιτέλους τις απαραίτητες προσλήψεις προκειμένου να μπορέσει να επιτελεστεί το έργο του.

Αντισταθείτε στην ιδεοληψία των ιδιωτικοποιήσεων, διότι ο πολιτισμός δεν είναι μία ακόμη αγορά. Δεν μπορεί ο αρχαιολογικός πλούτος να ρυθμίζεται με οικονομικά κριτήρια.

Καταλήγοντας,

Σε γενικό επίπεδο, κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει με την ανάγκη ανάδειξης και διαφύλαξης της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας μας, ιδίως μέσα στο σημερινό περιβάλλον που επιβάλλει την ομοιομορφία και την τυποποίηση, μέσα από τις διαδικτυακές πλατφόρμες.

Στη σύγχρονη παγκόσμια αγορά των πολυεθνικών παρόχων, που προωθούν εμπορικούς τίτλους από τις μεγάλες αγορές, συμπιέζοντας υπερβολικά την ελληνική μουσική.

Όμως, δεν μπορεί κανείς να κλείσει τα μάτια στο ότι οι δημιουργοί πολιτισμού, οι καλλιτέχνες, για να μπορούν να ζήσουν αξιοπρεπώς χρειάζεται ακόμη να δίδουν μάχες για τα αυτονόητα. Να πασχίζουν για την προστασία της δημιουργίας τους, για την είσπραξη ικανοποιητικών πνευματικών δικαιωμάτων όταν αναπαράγεται το έργο τους ή για την αμοιβή τους στο πλαίσιο ενεργών συλλογικών συμβάσεων.

Στεκόμαστε δίπλα στους μουσικούς, με πλήρη συνείδηση ότι πρέπει να γίνουν πολλά περισσότερα.

Άρα περιμένουμε και διεκδικούμε ακόμη περισσότερες πρωτοβουλίες για τη στήριξη της ελληνικής μουσικής.

Ένα τραγούδι δεν είναι μια απλή δημιουργία. Προϋποθέτει εργασία που πρέπει να έχει οικονομικό αποτύπωμα για τον δημιουργό του.

Τα πνευματικά δικαιώματα γίνονται ολοένα και περισσότερο επενδυτικό και χρηματιστηριακό προϊόν. Ασκούνται πιέσεις εξαγοράς ρεπερτορίων από διεθνείς πλατφόρμες, εκδότες και επενδυτές.

Ομοίως, ένας αρχαιολογικός χώρος δεν είναι ένα οικόπεδο. Ή ένα πεδίο επένδυσης real estate. Δεν μπαίνει η προστασία του αρχαιολογικού πλούτου στο ζύγι των επενδυτικών σχεδιασμών. Ανάπτυξη δίκαιη και βιώσιμη δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς προστασία του περιβάλλοντος, φυσικού και ανθρωπογενούς, και του πολιτιστικού υποβάθρου του τόπου μας.

Η μουσική, η γλώσσα, ο αρχαιολογικός πλούτος και γενικότερα η πολιτισμική ταυτότητα ενός λαού είναι πηγή ισχύος. Ήπιας αλλά έξυπνης ισχύος, που μπορεί να αποδειχθεί κρίσιμη, σε έναν κόσμο με τόσο έντονες συστημικές μεταβολές.

Η καλλιτεχνική δημιουργία, λοιπόν, δεν είναι μια απλή δραστηριότητα. Είναι στοιχείο της ταυτότητας, της συλλογικής εικονογραφίας ενός λαού.

Η Ελλάδα η ισχυρή δεν θα αντιδρά με συντηρητικά ανακλαστικά στην τέχνη. Στο ροζ χρώμα μιας σημαίας, στα κοινωνικά μηνύματα των έργων.

Που θα σέβεται την ηθική ουδετερότητα της Πολιτείας σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης προσωπικότητας. Ιδίως στην τέχνη, που προστατεύεται ως υπέρτερη αξία, ως στοιχείο πολιτισμού.

Η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να είναι μια χώρα που θα δίνει χώρο στην καλλιτεχνική δημιουργία, θα την ενθαρρύνει. Και θα της παρέχει διεθνή προβολή και υπόσταση.

Κι αυτή είναι η δημιουργική και εξωστρεφής χώρα, που όχι μόνο οραματιζόμαστε, αλλά εργαζόμαστε καθημερινά γι’ αυτήν.

Πληκτρολογήστε και πατήστε το enter.