Βιβλιοκριτική της Προέδρου του Κινήματος Αλλαγής, Φώφης Γεννηματά, για το βιβλίο «Πανδημία, Βιοπολιτική και Δικαιώματα, ο κόσμος μετά τον Covid19» του Ξενοφώντα Κοντιάδη (εκδόσεις Καστανιώτη, 2020), με αφορμή αφιέρωμα της εφημερίδας «Τα Νέα»:
Η πανδημία μπήκε ξαφνικά στη ζωή μας και την άλλαξε. Δοκίμασε και δοκιμάζει τις σωματικές, ψυχικές, διανοητικές αντοχές αλλά και τα πολιτικά μας αντανακλαστικά. Ιδιαίτερα όταν η ζωή και η υγεία μας κινδυνεύουν, η οικονομική ζωή εξαρτάται από τις οικονομικές “ενέσεις” του κράτους, τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα συμπιέζονται από το δίκαιο της ανάγκης, η δημοκρατία και ο κοινοβουλευτισμός προσαρμόζονται στα νέα βιοπολιτικά πρότυπα της αποτελεσματικότητας.
Τις νέες αυτές προκλήσεις πραγματεύεται το βιβλίο του καθηγητή Ξενοφώντα Κοντιάδη, «Πανδημία, βιοπολιτική και δικαιώματα», που γράφτηκε μάλιστα μέσα στο πρώτο lockdown, αλλά με τέτοια εμβρίθεια και ψυχραιμία που το καθιστούν σημαντικό ερμηνευτικό εργαλείο και αξιόπιστη πηγή προβληματισμών. Γιατί, όπως αναφέρει και ο συγγραφέας, η πανδημία δεν δημιούργησε νέες τάσεις, αλλά επιτάχυνε και ισχυροποίησε βασικά χαρακτηριστικά της μεταβιομηχανικής εποχής, που αφορούν την εργασία, το κοινωνικό κράτος, τις ανισότητες, το περιβάλλον, τη διαχείριση του δημόσιου χώρου, την ιδιωτικότητα, τον ψηφιακό μετασχηματισμό.
Ο κορωνοϊός εγκαθιδρύει, ουσιαστικά, ένα μοντέλο εξουσίας θεμελιωμένο στον φόβο και στηριγμένο στην τεχνοκρατική αυθεντία, όπου οι εγγυήσεις του κράτους δικαίου αναπροσαρμόζονται και υποχωρούν μέσα από τους περιορισμούς των ελευθεριών. Κριτήριο για τις προσαρμογές αυτές στις ώριμες δημοκρατίες και τις αντοχές του Συντάγματος, είναι οι αρχές της αναλογικότητας και της προσφορότητας που ρυθμίζουν τις συγκρούσεις και τους περιορισμούς των δικαιωμάτων στις καταστάσεις ανάγκης.
Όμως εδώ ξεκινά ο προβληματισμός: πόσο ανθεκτικά είναι τα δικαιώματα; Μήπως η μονιμοποίηση μιας κατάστασης ανάγκης στο “κράτος πρόληψης” υποσκάπτει στην πράξη τη λειτουργία της δημοκρατίας, άλλοτε με την αποϊδεολογικοποίηση/αποπολιτικοποίηση της δημόσιας σφαίρας, την ιατρικοποίηση της πολιτικής, τον περιορισμό της πολυφωνίας και άλλοτε με την υποβάθμιση του κοινωνικού διαλόγου και των συλλογικών διαπραγματεύσεων, τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης με όρους δημόσιας ασφάλειας; Πόσο πολύ απέχουν όλα αυτά από όσα ζούμε και στην Ελλάδα τον τελευταίο χρόνο;
Όμως, όπως σωστά γράφει ο Κοντιάδης, η γρήγορη αυτή εξέλιξη της μετανεωτερικότητας δεν είναι γραμμική και δεν πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως αναπόφευκτη υποχώρηση από τον πλουραλισμό, την κοινωνική δικαιοσύνη, την ασφάλεια, την ανεκτικότητα, την ελευθερία, την κλιματική ισορροπία. Εξάλλου, η ανάγκη για πειστικές πολιτικές απαντήσεις και η αναζήτηση εναλλακτικών για μια “καλύτερη κοινωνία” θα εξακολουθούν να υπάρχουν και να μας (προσ)καλούν είτε ως ενεργούς πολίτες είτε ως πολιτικούς να δημιουργήσουμε νέες συμμαχίες και νέους θεσμούς σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Πίσω από τον “αρχαϊκό φόβο” για τη ζωή μας ή τα μεσσιανικά διαγγέλματα των 18.00’, υπάρχει πάντα η διέξοδος για να ξαναπάρουμε πίσω τις ζωές μας και να αφυπνιστούμε για τις σύγχρονες αντινομίες, ανισότητες και ανισοκατανομές που εκθέτουν τον άνθρωπο σε νέους κινδύνους, διχασμούς και συγκρούσεις.